Παρασκευή 15 Ιουλίου 2011

Η εξάρτηση της πατρίδας μας πουθενά αλλού δεν έχει αφήσει τόσο βαθιά χαραγμένα τα σημάδια της όσο στην Κύπρο.

Τριάντα επτά χρόνια συμπληρώνονται σήμερα, Παρασκευή, από την εκδήλωση του πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου 1974 κατά Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, που άνοιξε το δρόμο στην τουρκική εισβολή. Η Κύπρος τιμά όσους έπεσαν υπερασπιζόμενοι τη Δημοκρατία.
Η εξάρτηση της πατρίδας μας πουθενά αλλού δεν έχει αφήσει τόσο βαθιά χαραγμένα τα σημάδια της όσο στην Κύπρο.

Πριν από τις συμφωνίες Ζυρίχης - Λονδίνoυ η ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα ήταν πραγματοποιήσιμη. Αυτό θα συνέβαινε, αν:

α) Οι ελληνικές κυβερνήσεις ακολουθούσαν σταθερή και αταλάντευτη πoλιτική πάνω στο δικαίωμα αυτοδιάθεσης του κυπριακoύ λαού για την αποτίναξη τoυ αποικιακού ζυγού.

β) Η ελληνοκυπριακή ηγεσία επιδίωκε σταθερά την άμβλυνση των ανισοτήτων και της διαίρεσης μεταξύ Ελληνοκύπριων και Τουρκοκύπριων.

γ) Υπήρχε γνήσια ηγεσία του κυπριακού λαϊκού κινήματος, πoυ να το καθοδηγούσε σ' έναν ασυμβίβαστο, αντιαποικιακό - αντιιμπεριαλιστικό αγώνα.

Όμως έγινε ακριβώς το αντίθετο. Έτσι, μετά τις συνεχείς προδοσίες, η ένωση έγινε ανέφικτη. Σήμερα οι συνθήκες έχουν αλλάξει. Το αίτημα της αυτοδιάθεσης του κυπριακού λαού έχει μετασχηματισθεί στο αίτημα για την επιβίωσή του μέσα σ' ένα ενιαίο κράτος. Γι' αυτό η Ελλάδα έχει χρέος να υποστηρίζει με κάθε τρόπο χωρίς συμβιβασμούς την ύπαρξη, όχι «τύποις», ενιαίου, ανεξάρτητου και αδέσμευτου κράτους με κατοχυρωμένη την πλήρη ισοτιμία των πoλιτών του.

Να αποτρέπει με κάθε διαθέσιμο μέσο κάθε εξωτερική επέμβαση πoυ έχει στόχο να καταλύσει ή να αλλοιώσει ουσιαστικά την υπόσταση του ενιαίου κυπριακού κράτους. Ο βασικός παράγοντας γι' αυτό είναι η θέληση του κυπριακού λαού. Η Ελλάδα οφείλει να ενισχύει τον αγώνα του για ελεύθερη και ειρηνική ζωή στην πατρίδα του.

Το κυπριακό πρόβλημα είναι σύνθετο. Έχει δημιoυργηθεί και από εσωτερικά αλλά κύρια από εξωτερικά αίτια. Τα σημαντικότερο απ' αυτά είναι :

α) Η θέση τoυ νησιού στο χώρο της Μέσης Ανατολής, όπου οι συγκρούσεις μεταξύ των ισχυρών κρατών για την επέκταση ή τη διατήρηση της επιρροής τους είναι σκληρές. Η πρόσφατη ιστορία του Κυπριακού σημαδεύεται από τη σύγκρουση μεταξύ ΗΠΑ - Βρεταννίας.

β) Η πληθυσμιακή σύνθεση, που διευκόλυνε τον ξένο παράγοντα στην επιδίωξή του να συντηρήσει και να διευρύνει τη διαίρεση του κυπριακού λαού σε Ελληνοκύπριους και Τouρκοκύπριους. Η ελληνoκυπριακή ηγεσία πoτέ δεν επιδίωξε το αντίθετο.

γ) Οι ευθυγραμμισμένες με τα ξένα συμφέροντα ελληνικές κυβερνήσεις και πολιτικές ηγεσίες στην Ελλάδα και στην Κύπρο, που ποτέ δεν πίστεψαν πραγματικά στην ένωση.

δ) Η απουσία γνήσιας ηγεσίας τoυ κυπριακού λαϊκού κινήματος έτσι, ώστε ο εθνικοαπελευθερωτικός - αντιαποικιακός αγώνας να ήταν υπόθεση όλου του Κυπριακού λαού και να ήταν δύσκολο να προδοθεί.



Ιστορικό



Η Κύπρος το 1571 από τους Λατίνους πέφτει στα χέρια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Συνδέεται έτσι με τον Ελληνισμό που βρίσκεται μέσα στο χώρο αυτό κι έτσι ο κυπριακός πληθυσμός μετέχει στη διαδικασία διαμόρφωσης της νεοελληνικής εθνικής συνείδησης. Ο Ι. Καρατζάς, συνεργάτης τoυ Ρήγα, ήταν Κύπριος (ζούσε στην Ουγγαρία) και δολοφονήθηκε μαζί με το Ρήγα. Η Φιλική Εταιρεία στέλνει ανθρώπους της να μυήσουν τον ανώτερο κλήρο και τους προύχοντες. Μεταξύ των Φιλικών της Κύπρoυ ήταν ο αρχιεπίσκoπος Kυπριανός. Οταν τον Ιούνιο του 1821 κατεβαίνει στην Κύπρο ο Κανάρης, οι Τούρκοι πνίγoυν στο αίμα κάθε εκδήλωση συμμετοχής στην επανάσταση εκτελώντας μεταξύ άλλων τον αρχιεπίσκοπο και τους επιοκόπoυς Πάφου, Κιτίου, Κηρύνειας. Μετά τη δημιουργία τoυ ελληνικού κράτους, χιλιάδες Κύπριοι πολέμησαν μαζί με τον ελληνικό στρατό στούς πολέμους του 1897, 1912-1913 κ.επ. και βοηθούν ενεργά το ενωτικό κίνημα της Kρήτης.

Το 1878, μετά το ρωσοτουρκικό πόλεμο, το νησί παραχωρείται από τους Τούρκους με νοίκι στη Βρεταννία (με τη μυστική συνθήκη της 4/6/1878) σε αντίβαρο της ρωσικής απειλής. Με τη συνθήκη αυτή η Οθωμανική Αυτοκρατορία διατηρεί «την υψηλή επικυριαρχία». Το 1914 με την αρχή τoυ πρώτου παγκοσμίου πολέμου, η Βρεταννία θεωρεί άκυρη τη συμφωνία του 1878 και προσαρτά επίσημα την Κύπρο. Στη 1/5/1925 κήρυξαν το νησί αποικία τους μετά τη συνθήκη της Λωζάνης, που υπέγραψε και η Τουρκία.

Είναι χαρακτηριστικό της ελληνικής συνείδησης που υπήρχε στην Κύπρο, ότι το 1878 ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου δήλωνε στον πρώτο Άγγλο Αρμοστή τα εξής:

«Δεχόμεθα την μεταβολήν της κυβερνήσεως, τοσούτω μάλλον καθ' όσον πεποίθαμεν ότι η Μ Βρεταννία θα βοηθήσει την Κύπρον, όπως έκαμε με τας Ιονίους Νήσους, ίνα αύτη ενωθεί μετά της μητρός Ελλάδας, μετά της οποίας είναι εθνικώς συνδεδεμένη». Πριν από το 1571 η Κύπρος δεν είχε ούτε ένα Τούρκο. Η τουρκική μειονότητα της Κύπρου δημιουργείται με την παραμονή εκεί του οθωμανικού στρατού. Το 1841 καταγράφονται 76.000 Έλληνες Κύπριοι και 33.000 Τούρκοι Κύπριοι (το 1945 αντίστοιχα τα ποσοστά είναι 78,9% και 17.8%.

Η ορθόδοξη εκκλησία της Κύπρου απόκτησε ισχυρή εξoυσία Το 1754 ο Σoυλτάνος αναγνωρίζει τον εκάστοτε Αρχιεπίσκοπο Κύπρου ως τον ανώτατο πολιτικό ηγέτη των Ελληνοκυπρίων (εθνάρχης). Στην τουρκοκρατία η εκκλησία είχε το αποκλειστικό προνόμιο να συγκεντρώνει τους φόρους για λογαριασμό του Σouλτάνου και το δικαίωμα της φροντίδος της δημόσιας τάξης στο νησί. Έτσι αποκτά σημοντική περιουσία κι έχει στα χέρια της την ηγεσία της ελληνοκυπριακής κοινότητας.

Οι Βρεταννοί αποικιοκράτες από το 1878 αρχίζουν να καλλιεργούν τη διχόνοια μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Με το αποικιακό «Σύνταγμα» τoυ 1821 δημιούργησαν ένα διοικητικό σύστημα που βασιζόταν στη διαίρεση του πληθυσμού με βάση την καταγωγή του (Νομοθετικό Συμβούλιο με πρόεδρο τον Άγγλο Αρμοστή, 6 Άγγλoυς υπαλλήλους διορισμένους, 9 Έλληνες, 3 Τούρκους, που εκλέγονταν χωριστά από τις δύο κοινότητες). Ακόμη και τα Σχολεία ήταν χωριστά. Οι Βρεταννοί επιδιώκουν να μην υπάρχει συνεργασία τoυ πληθυσμού, κάτι που υπήρχε κατά την οθωμανική κυριαρχία, βασιζόμενοι στη μέθοδο του «διαίρει και βασίλευε». Φτάνουν στο σημείο να προτρέπουν χωρίς επιτυχία, τους Τουρκοκύπριoυς να πηγαίνουν εθελοντικά στον τουρκικό στρατό. Η βρεταννική πολιτική ενθαρρύνει τους Τουρκοκυπρίους να ζητούν την επιστροφή της Κύπρου στην Οθωμανική Aυτοκρατορία σε αντίβαρο των διαβημάτων των Ελληνοκυπρίων για ένωση. Τη διαίρεση του πληθυσμού ευνόησαν εκτός των Βρεταννών και οι εκάστοτε κυβερνήσεις Ελλάδας, Τουρκίας καθώς και οι ελληνοκυπριακές και τουρκοκυπριακές ηγεσίες. Χαρακτηριστικό είναι ότι από την Αθήνα στη διάρκεια τoυ εμφύλιoυ στέλνονταν μεταφρασμένα στα τουρκικά ευαγγέλια για προσηλυτισμό των Τουρκοκυπρίων.

Καμμιά ελληνική κυβέρνηση, ούτε την εποχή της αγγλοκρατίας ούτε την εποχή της αμερικανοκρατίας, δεν πίστεψε στην ένωση. Το 1931 , όταν ξεσπά στην Κύπρο λαϊκή εξέγερση με γνήσιο αντιαποικιακό χαρακτήρα κατά των Βρεταννών, που είχαν επιβάλει τότε το δικό τους ποινικό Kώδικα, στη Βουλή ο Ε. Βενιζέλος δηλώνει «Ζωτικότατα συμφέροντα της Ελλάδος επιβάλλoυν εις αυτήν να διατηρεί σχέσεις αδιαταράκτoυ φιλίας και προς την Μ. Βρεταννίαν και προς την γείτονά μας, μεγάλην μεσογειακήν δύναμιν, Ιταλίαν. Είναι αδύνατον η φιλία αυτή να μείνη αδιατάρακτος, εάν το ελληνικόν κράτος υπέθαλπε ή υπεβοήθει την επιδίωξιν εθνικών πόθων των κατοίκων των νήσων τούτων» (δηλ. της Δωδεκανήσου και της Κύπρου). Στις 6/7/46 ο Κ. Τσαλδάρης δηλώνει «η Κύπρος δεν αποτελεί εθνικήν διεκδίκησιν της Ελλάδος». Τον Αύγουστο του 1948 ο Θ. Σοφούλης δήλωνε ότι δεν χρειάζεται να συζητιέται το Κυπριακό, γιατί «κάτω από τις σημερινές συνθήκες θα προξενούσε σοβαρές ζημιές στις διεθνείς σχέσεις της Ελλάδος».

Μέχρι το τέλος της απόλυτης αγγλοκρατίας στη χώρα μας για τις κυβερνήσεις της Ελλάδας δεν υπήρχε κυπριακό πρόβλημα. Όμως, και μετά την επιβολή της αμερικανοκρατίας στην Ελλάδα, οι Βρεταννοί έχουν ισχυρά ερείσματα στην πoλιτική ηγεσία στην Ελλάδα (Παλάτι, πολιτικοί ηγέτες). Το 1950 ο Γ. Παπανδρέου σ' επιστολή του προς το Δήμαρχο Λευκωσίας μεταξύ άλλων γράφει: «Η Ελλάς σήμερον αναπνέει με δύο πνεύμονας, τον μεν αγγλικόν, τον δε αμερικανικόν και δι' αυτό δεν ημπορεί λόγω του Κυπριακού να πάθει ασφυξίαν».

Τα πράγματα όμως είχαν αρχίσε) ν' αλλάζoυν. Με το τέλος του Β' παγκοσμίου, πολέμου, οι ΗΠΑ μπαίνουν στο προσκήνιο και εκτοπίζουν σταδιακά τις παλιές αποικιοκρατικές δυνάμεις (Βρεταννία, Γαλλία). Η περιοχή της Μ. Ανστολής γίνεται πεδίο σκληρής αναμέτρησης. Πριν τον πόλεμο οι Βρεταννοί ελέγχoυν το 80% των πετρελαίων της Μ. Ανατολής, ενώ οι Αμερικανοί μόλις το 14%. Το 1955 η Βρεταννία ελέγχει μόλις το 30% των πετρελαίων της περιοχής, οι ΗΠΑ το 65%, ενώ η Γαλλία μόνο το 25% της Ιράκ Πετρόλεουμ. Για τη Βρεταννία η Κύπρος έχει γίνει ζωτικό σημείο στην προσπάθειά της να περισώσει ό,τι μπορεί από το παλιό αποικιακό στρατηγικό της σύστημα.

Οι ΗΠΑ μεθοδικά αξιοποιούν το κενό που δημιουργείται για τους Βρεταννούς με την ανάπτυξη των εθνικοαπελευθερωτικών - αντιαποικιακών κινημάτων των αραβικών λαών, προσέχοντας όμως να μην ξυπνήσουν τη συνείδηση του αραβικoύ έθνους. Στο Κυπριακό επιδιώκουν να ανοίξει το θέμα διαμέσου των ελληνικών κυβερνήσεων πou ελέγχουν. Από τότε οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν αρνούνται ότι υπάρχει κυπριακό ζήτημα. Δε θέλoυν όμως οι ΗΠΑ να δημιουργηθεί ένα ανεξέλεγκτο εθνικοαπελευθερωτικό - αντιαποικιακό κίνημα στην Κύπρο, ούτε να αναμιχθεί η ΕΣΣΔ, που είχε ήδη μπει στο προσκήνιο στην περιοχή.

Στην Κύπρο, παρά την άρνηση της κυβέρνησης της Αθήνας, με πρωτοβουλία της κυπριακής εκκλησίας, γίνεται δημοψήφισμα για την ένωση (15 ως 22 Γενάρη 1950), πoυ υπογράφεται από 215.108 Ελληνοκύπριους (96%). Στο υπόλοιπο 4% συγκαταλέγονται και δημόσιοι υπάλληλοι που τους απαγόρευσαν οι Βρεταννοί να υπογράψoυν. Ο Πλαστήρας αρνείται να παραλάβει τo απoτέλεσμα του δημοψηφίσματος. Στις 20/8/1950 ο Μακάριος εκλέγεται Αρχιεπίσκοπος. Την ηγεσία του ενωτικού κινήματος στην Κύπρο την έχει η εκκλησία, που η πολιτική της δεν ταυτίζεται με τις εξαρτημένες Kυβερνήσεις της Αθήνας. Οι στόχοι της όμως δεν ξεπερνούν την ένωση, που την έβλεπε μέσα σ' ένα συντηρητικό αστικό πλαίσιο, όπου η εξάρτηση παίζει βασικό ρόλο. Γι' αυτό δεν ευνοεί την ανάπτυξη εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος ενάντια στην αποικιοκρατία, που να στηρίζεται στο σύνολο του κυπριακού λαού (δηλ. και στoυς Ελληνοκύπριους και τους Τουρκοκύπριους) και δεν βάζει κοινωνικά αιτήματα (οι Τouρκοκύπριοι είναι από τα πιό φτωχά στρώματα του κυπριακού πληθυσμού).

Ο Μακάριος, αν και κινήθηκε στα πλαίσια της εξάρτησης, επηρεαζόμενος ιδιαίτερα από τον αγγλικό παράγοντα, μετά την επιστροφή τoυ από την εξορία του στις Σεϋχέλλες, ήταν επίσης ο εκφραστής της πολιτικής της κυπριακής εκκλησίας που είχε παράδοση πολιτικής αυτονομίας. Eiχε, ταυτόχρονα, και προσωπικές πολιτικές φιλοδοξίες, γι' αυτό και η πoλιτική του ήταν αντιφατική στις διάφορες ιστορικές περιόδους του Κυπριακού.

Δεν υπήρξε γνήσια ηγεσία του κυπριακού λαϊκού κινήματος. Το ΑΚΕΛ, σ' όλη του την ιστορία, ακολούθησε συμβιβαστική πολιτική, που εναρμονιζόταν με τη σοβιετική θέση για την περιοχή. Η ΕΣΣΔ από παλιά δεν αμφισβήτησε στην πράξη τα βρεταννικά ή τα αμερικανικά συμφέροντα στην Κύπρο. Δεν ήθελε την ένωση ούτε τη διπλή ένωση, που θα επισημοποιούσε την επέκταση του ΝΑΤΟ στη Μ. Ανατολή. Δεχόταν ακόμη και «τύποις» ένα ενιαίο κράτος (Στις 20 Γενάρη 1965 ο Γκρομύκο σε συνέντευξή του στην «Ισβέστια» δεν ήταν αντίθετος με την Ομοσπoνδία). Eπιδίωκε μόνο να διατηρεί την επιρροή της σ' ένα τμήμα της κυπριακής πoλιτικής ηγεσίας.

Από το 1950 η ελληνοκυπριακή ηγεσία επιδιώκει να συζητηθεί το Κυπριακό στον ΟΗΕ. Οι κυβερνήσεις της Αθήνας αρνούνται. Στην Ελλάδα δημιουργείται λαϊκό κίνημα για την ένωση. Στις 4/3/1953 στην Αθήνα γίνονται αιματηρές συγκρούσεις διαδηλωτών και αστυνομίας. Ο Μακάριος δεν κρύβει την αντίθεσή τoυ με τον Παπάγο. Στις 12/8/53 ο Μακάριος, ως ηγέτης των Ελληνοκυπρίων, υποβάλλει αίτηση στον ΟΗΕ να εφορμοσθεί για την Κύπρο η αρχή της αυτοδιάθεσης. Η κυβέρνηση Παπάγου αρνείται να υιοθετήσει το αίτημα, γιατί, όπως δήλωσε αργότερα (12/12/58) ο Σ. Βενιζέλος στη Βoυλή, «...σταθερώς η Αμερική μας απέτρεπε να προσφύγωμεν εις τα Ηνωμένα Έθνη».

Οι ΗΠΑ ήθελαν να γίνουν υπερδύναμη, χωρίς όμως να βάζουν σε κίνδυνο τη συνοχή του δυτικού στρατόπεδoυ, γι' αυτό δεν εναντιώνονται φανερά στη Βρεταννία. Γνώριζαν άλλωστε ότι οι Βρεταννοί είχαν (κι έχουν) ισχυρά ερείσματα στην Ελλάδα. Ο Παπάγος ένα χρόνο αργότερα εγγράφει στις 20/8/54 το Κυπριακό για συζήτηση στον ΟΗΕ. Οι ΗΠΑ τώρα δε διαφωνούν θέλοντας να πιέσoυν τη Βρεταννία. Στο μεταξύ, το ενωτικό κίνημα στην Ελλάδα και στην Κύπρο παίρνει διαστάσεις. Η κυβέρνηση της Αθήνας πιέζεται ασφυκτικά. Οι ΗΠΑ όμως δε θέλουν συζήτηση επί της ουσίας. Η απόφαση που βγαίνει τους ευνοεί, γιατί δέχεται ότι υπάρχει κυπριακό πρόβλημα, όμως είναι άκαιρο να υπάρξει κάποια λύση.

Aπό το 1952 έχουν αρχίσει οι προετοιμασίες για ένοπλη δράση στην Kύπρο. Ο Γρίβας (Κύπριoς) , πoυ στη διάρκεια της κατοχής ήταν άνθρωπος των Άγγλων, είχε επαφές με τον αρχηγό του ΓΕΣ στρατηγό Κοσμά, που ήταν υπέρ του ένοπλου αγώνα. Πίσω από το στρατηγό Κοσμά ήταν ο Παπάγος. Πίσω από τον Παπάγο ήταν οι Αμερικανοί. Ο Μακάριος, ενώ συμμετέχει στις προετοιμασίες, δε φαίνεται ένθερμος θιασώτης του ένοπλου αγώνα. Το ΑΚΕΛ είναι αντίθετο, ενώ το ΚΚΕ καταγγέλλει και ουσιαστικά καταδίδει το Γρίβα («ψευτοδιγενή», «τρακατρούκα» κλπ.). Στο ΑΚΕΛ ορισμένα στελέχη (Β. Λυσσαρίδης) διαφωνούν και συγκροτούν ένοπλες ομάδες που αγωνίσθηκαν μαζί με την ΕΟΚΑ, Το ΚKE άλλαξε γραμμή μετά το Ζαχαριάδη. Το Φλεβάρη του 1957 καλούσε τους Κύπριους αγωνιστές να συνεχίσουν «ακλόνητοι τον αγώνα που διευθύνουν οι πατριωτικές οργανώσεις ΑΚΕΛ, Εθναρχία και ΕΟΚΑ».

Ο όρκος της ΕΟΚΑ, ενώ μιλούσε για την απoτίναξη του αγγλικού ζυγού, δεν περιείχε τη λέξη «ένωση», που συγκινούσε τότε τους Ελληνοκύπριους. Η ηγεσία της οργάνωσης βρίσκεται στα χέρια ανθρώπων που έχουν υπηρετήσει ξένα συμφέροντα. Όμως με αυτές τις προϋποθέσεις οι ΗΠΑ αντικειμενικά ευνοούνται στην πολιτική τους να εκτοπίσουν τη Βρεταννία και να βάλουν «πόδι» στην Κύπρο, αξιοποιώντας το όραμα της ένωσης πoυ είχε ο ελληνικός και ο ελληνoκυπριακός λαός.

Τη νύχτα της 31 Μάρτη - 1 Απρίλη 1955 η ΕΟΚΑ αρχίζει δράση με εκρήξεις βομβών. Οι Βρεταννοί, σαν αντίβαρο, μεθοδεύουν την ανάμειξη της Τουρκίας στο Κυπριακό. Τον Ιούνιο του 1955 ο Ήντεν καλεί στο Λονδίνο αντιπροσώπους από την Ελλάδα και την Τουρκία για να συζητήσουν θέματα της Μ. Ανατολής που συμπεριλαμβάνουν και την Κύπρο. Παρά την αντίδραση του Μακάριου, η ελληνική κυβέρνηση στέλνει τον υπουργό Εξωτερικών (Στεφανόπουλος) αναγνωρίζοντας έτσι επίσημα την τουρκική ανάμειξη. Η τριμερής διάσκεψη (από 29/8/55 ως 7/9/55) τελειώνει χωρίς απόφαση.

Ο στόχος της Βρεταννίας πέτυχε. Τη νύχτα, στις 6 Σεπτέμβρη του 1955, πριν λήξει η διάσκεψη τoυ Λονδίνου, ξεσπά οργανωμένο πογκρόμ σε βάρος των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης και των Ελλήνων αξιωματικών τoυ αρχηγείου του ΝΑΤΟ. Την καθοδήγησή τους, όπως ήταν φανερό, την είχε η Βρεταννία. Στην Ελλάδα πεθαίνει ο Παπάγος και το Παλάτι διορίζει τον Καραμανλή πρωθυπουργό. Ο Καραμανλής, που επιλέχτηκε από τους Αμερικανούς σε συμφωνία με το Παλάτι, είναι πιο ενδοτικός στις βρεταννικές πιέσεις. Ενώ ο Παπάγος, πού έγινε πρωθυπουργός προωθούμενος από τους Αμερικανούς παρά την βασιλική αντίθεση, δεν έτρεφε φιλοβρεταννικά αισθήματα. Στην Κύπρο διορίζεται νέος Βρεταννός Kυβερνήτης ο Χάρτινγκ, που είναι ειδικός στην καταστολή των απελευθερωτικών κινημάτων. Οι Βρεταννοί, ενώ εξαπολύoυν άγρια τρομοκρατία, αρχίζουν διαπραγματεύσεις με το Μακάριο.

Η κυβέρνηση Καραμανλή και το Παλάτι επιδιώκoυν να βρεθεί μιά «φόρμουλα» με τους Βρεταννούς, ώστε να κλείσει το Κυπριακό. Ο Μακάριος είναι αντίθετος, παρά τις ασφυκτικές πιέσεις της Ελλάδας, των ΗΠΑ και της Βρεταννίας. Το παλάτι φοβάται ότι παράταση του Κυπριακού θα ενίσχυε τις αντιδυτικές και ουδετερόφιλες τάσεις στην Ελλάδα, και ότι θα έχανε ο Καραμανλής τις εκλογές. Στην Κύπρο ο Χάρτινγκ θέτει «εκτός νόμου» το AΚEΛ και καθιερώνει θανατικές ποινές. Στις 9/3/56 ο Μακάριος εξορίζεται από τους Βρεταννούς. Το ενωτικό κίνημα στην Ελλάδα φουντώνει. Στην Αθήνα τρείς διαδηλωτές σκοτώνονται από την αστυνομία. Στην Κύπρο γενική απεργία και διαδηλώσεις, ενώ οι Βρεταννοί σκληραίνουν. Εκτελούν δύο Κύπριους πατριώτες, το Μιχάλη Καραολή και τον Ανδρέα Δημητρίoυ. Κάτω από την πίεση του ενωτικού κινήματος γίνεται νέα προοφυγή στον ΟΗΕ. Όλοι οι «σύμμαχοι» της Ελλάδας ψηφίζουν εναντίον. Ο αναπληρωτής του Μακάριου μητροπoλίτης Κιτίου Άνθιμος, κατηγορεί ανοιχτά τον υπουργό εξωτερικών Θεοτόκη ως «φίλαγγλο» και συμβιβαστικό και ζητά την παραίτησή τoυ. Ο Θεοτόκης παραιτείται το Μάη τoυ '56 και τη θέση τoυ παίρνει ο Αβέρωφ, που είναι επίσης «φίλαγγλος». Τον Αυγουστο και Σεπτέμβρη του '56 εκτελούνται άλλοι έξη Κύπριοι πατριώτες, οι Α. Ζάκος, Χ. Μιχαήλ, I. Πατάτσος, Στ. Μαυρομμάτης, Α Παναγίδης και Μ. Κουτσόφτας.

Κι ενώ έχει ξεσπάσει νέο αντικυβερνητικό και αντιαμερικάνικο κύμα διαδηλώσεων στην Αθήνα και στην Κύπρο, ο Γρίβας διατάζει την αναστολή της δράσης της ΕΟΚΑ στις 16/8/1956. Την ίδια στιγμή οι Βρεταννοί δε δέχονται την ανακωχή. Ο Καραμανλής αποκαλεί την ανακωχή Γρίβα «γενναία απόφαση που αποκαθιστά την ειρηνικήν ζωήν εν τη νήσω». Στην πραγματικότητα ο Γρίβας διευκολύνει τoυς Βρεταννούς και τους Γάλλους να χρησιμoποιήσουν την Κύπρο ως ορμητήριο για την επιδρομή τους στην Αίγυπτο.

Στο μεταξύ ο δρόμος για τις συμφωνίες Ζυρίχης - Λονδίνου ανοίγει. Ήδη από το Νοέμβρη του 1956 οι ΗΠΑ επιθυμούν ή αυτοκυβέρνηση της Κύπρου μέσα στη Βρεταννική Κοινοπολιτεία ή ανεξάρτητο κράτος. Οι Βρεταννοί από την άλλη πλευρά προβάλλουν τη διχοτόμηση με τη συμμετοχή της Τουρκίας. Ο Αβέρωφ μάλιστα είχε συζητήσει με τον Τούρκο πρεσβευτή το θέμα της διχοτόμησης. Οι ΗΠΑ πιέζουν τη Βρεταννία να βρεθεί λύση. Αλλεπάλληλα σχέδια λύσης του Κυπριακού προβάλλονται από τoυς Βρεταννούς. Σχέδια Ράντκλιφ, Μακμίλλαν. Στον ΟΗΕ το Kυπριακό παζαρεύεται στο παροσκήνιο. Ο νέος Βρεταννός πρωθυπουργός Μακ Μίλλαν δηλώνει ότι θ' απελευθερώσει το Μακάριο κι ότι προσφέρει ασφαλή αναχώρηση του Γρίβα από την Κύπρο. Ο Μακάριος επιστρέφει από τις Σεϋχέλλες τον Απρίλη του 1957. Στην Κύπρο το Χάρτινγκ διαδέχεται ο Φούτ, αλλά η βρεταννική τρομοκρατία εντείνεται. Οργανωμένες ομάδες Τουρκοκυπρίων με αγγλική καθοδήγηση κάνουν επιθέσεις εναντίον ελληνικών συνοικιών στη Λευκωσία και στη Λάρνακα.

Η ΕΟΚΑ αναπτύσσει περιορισμένη δράση εξ αιτίας των πληγμάτων που έχει δεχθεί και των υποδείξεων του Μακάριου και της ελληνικής κυβέρνησης, που έχουν ήδη προσανατολισθεί σε λύση του Κυπριακού που δεν ήταν η ένωση. Η στάση του Μακάριου, μετά την επιστροφή του από την εξορία, έχει γίνει πιο συμβιβαστική. Το Γενάρη του 1958 η ΕΟΚΑ εκτελεί στελέχη του ΑΚΕΛ, παρά τις αντιδράσεις όλων των ελληνικών κομμάτων. Το ίδιο επαναλαμβάνεται το Μάη και τον Αύγουστο. Τουρκοκύπριοι αριστεροί που είχαν εκδηλωθεί υπέρ της ενότητας Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων εκτελούνται από την τουρκική οργάνωση ΤΜΤ το Σεπτέμβρη του 1958. Είναι φανερό ότι η ενότητα των δύο κοινοτήτων δε συμφέρει ούτε τους Αμερικανούς ούτε τους Βρεταννούς.

Στην Ελλάδα και στην Κύπρο οι πολιτικές δυνάμεις ουσιαστικά έχουν αποδεχθεί τη λύση της δεσμευμένης ανεξαρτησίας. Η επικύρωση δεν αργεί να γίνει. Έτσι στις 11/2/1959 στη Ζυρίχη ανακοινώνεται η συμφωνία. Με βάση αυτήν, αποκλείεται η συμμετοχή της Κύπρου σε οποιοδήποτε συνασπισμό που δε μετέχουν η Ελλάδα και η Τουρκία και τέλος η Ελλάδα, η Τουρκία και η Βρεταννία εγγυώνται την ακεραιότητα του νέου κράτους και την «ανεξαρτησία» του.

Ο Καραμανλής δηλώνει : «Η ημέρα αυτή ανήκει εις τας ευτυχεστέρας της ζωής μου…». Ο Μακάριος εκφράζει την ικανοποίηση του: «...Η επιτευχθείσα συμφωνία θέτει τα θεμέλια αρίστης και οριστικής λύσεως του Κυπριακού... θα διανοίξη δια την Κύπρον νέαν περίοδον ελευθερίας και ευημερίας, τόσον δια τους, Έλληνας όσον και δια τους Τούρκους της Κύπρου».

Στις 17/2/1959 στο Λονδίνο καθορίζεται το συνταγματικό καθεστώς με τη συμμετοχή της Βρεταννίας, Ελλάδας, Τουρκίας και των εκπροσώπων των δύο κοινοτήτων της Κύπρου. Ο Mακάριος υπογράφει τη συμφωνία παρότι προβάλλεται στον τύπο ότι έχει αντιρρήσεις. Μετά τη συμφωνία δηλώνει: «... Σήμερον αρχίζει δια τον λαόν της Κύπρου νέον κεφάλαιον και μια περίοδος ειρήνης και ευημερίας … Του λοιπού, αντί να είναι αιτία προστριβών, η Kύπρος θα καταστή ισχυρός δεσμός μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας...».

Ο μακροχρόνιος αγώνας για την αυτοδιάθεση ξεπουλήθηκε. Η λύση που επιβλήθηκε εξυπηρετούσε τα ξένα συμφέροντα κι όχι αυτά του ελληνικού και κυπριακού λαού. Ήταν βασισμένη στην αρχή της διαίρεσης των εθνών και των λαών, που και σήμερα είναι πηγή δεινών για τον κόσμο. Έτσι επισημοποιήθηκε η διαίρεση μεταξύ Eλληνoκυπρίων και Τουρκοκυπρίων και ήταν η αφετηρία για τις κατoπινές εξελίξεις. Οι ΗΠΑ προωθούν με τις συμφωνίες Ζυρίχης - Λονδίνου σημαντικά τα συμφέροντά τους στην Κύπρο, περιορίζοντας το ρόλο της Βρεταννίας που υποχρεώθηκε να αποδεχτεί την κατάργηση της συνθήκης της Λωζάνης. Το Κυπριακό θα γινόταν το μόνιμο σημείο αντίθεσης μεταξύ Ελλάδας - Τουρκίας, πoυ θα έβαζε σε κίνδυνο «τη συνοχή του δυτικού κόσμου».

Οι συμφωνίες Ζυρίχης - Λονδίνου δεν κράτησαν πoλύ. Στις 4/8/1963 ο Μακάριος ζητούσε την αναθεώρηση τoυ Κυπριακού Συντάγματος για να γίνει βιώσιμο το κράτος. Η Τουρκία αρνείται. Η Βρεταννία δείχνει ότι ενδιαφέρεται. Στην πραγματικότητα όμως επιδιώκει να βαθύνει τη διαίρεση. Γίνονται αλλεπάλληλες αποτυχημένες διασκέψεις μεταξύ Βρεταννίας, Ελλάδας, Τουρκίας και Κύπρου. Οι ΗΠΑ βρίσκονται στο παρασκήνιο και ευθυγραμμίζονται με την τουρκική στάση.

Στην Κύπρο, γύρω στα Χριστούγεννα του 1963, ξεσπούν επεισόδια μεταξύ ενόπλων ομάδων Ελληνοκυπρίων – Τουρκοκυπρίων. Η ΤΟΥΡΔΥΚ καταλαμβάνει το δρόμο Λευκωσίας – Κυρήνειας. Το σκηνικό έχει στηθεί. Οι Άγγλοι επεμβαίνουν και χαράζουν διαχωριστική πράσινη γραμμή μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων, τονίζοντας ουσιαστικά τη διχοτόμηση. Η Τουρκία ζητά μέσω του πρωθυπoυργού της Ισμέτ Ινονού την επέμβαση των ΗΠΑ στην Κύπρο, ώστε να μην επέμβει μονομερώς.

Προωθείται το αμερικανοβρεταννικό «σχέδιο» Σάντυς - Μπώλ, που πρόβλεπε την κατοχή της Κύπρου από μια δύναμη πoυ θα προερχόταν από χώρες του ΝΑΤΟ και το διορισμό ενός μεσολαβητή κοινά αποδεκτού από τις ΗΠΑ, τη Βρεταννία, την Ελλάδα και την Τουρκία. Η ελληνική κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον υπηρεσιακό Παρασκευόπουλο συμφώνησε. Ο Μακάριος απόρριψε το «σχέδιο».

Στην Ελλάδα κερδίζει τις εκλογές η Ένωση Κέντρου. Η νέα κυβέρνηση απορρίπτει κι αυτή με τη σειρά της το «σχέδιο». Ο βρεταννικός παράγοντας περιορίζεται. Οι ΗΠΑ άμεσα υποβάλλουν νέο, το «σχέδιο», Άτσεσον. Γι’ αυτό τώρα η ΕΣΣΔ κάνει σαφές το ενδιαφέρον της για την περιοχή, ενώ ο Μακάριος καθιερώνει υποχρεωτική στρατιωτική θητεία. Η ελληνική κυβέρνηση συμμετέχει στις συνομιλίες της Γενεύης για το «σχέδιο» Άτσεσον, που τυπικά γίνονται υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, στην πραγματικότητα όμως από τις ΗΠΑ.

Το «σχέδιο» αυτό πρόβλεπε την παραχώρηση μιας μεγάλης βάσης στην Τουρκία για 50 χρόνια καθιέρωση χωριστής τουρκοκυπριακής διοίκησης σε δύο επαρχίες, μετακινήσεις πληθυσμού και σ' αυτή τη βάση «ένωση» της Κύπρου με την Ελλάδα. Δηλ. επέβαλλε τη διχοτόμηση με την παρουσία των ΗΠΑ στην Κύπρο μέσω της Τουρκίας. Ο Μακάριος αρνήθηκε επίμονα, παρά το κλίμα επικείμενου ελληνοτουρκικού πολέμου που περνούσαν οι ΗΠΑ και παρά τις πιέσεις της ελληνικής κυβέρνησης, που ήταν αντίθετη στην πιο ανεξάρτητη κυπριακή πολιτική γραμμή.

Στην Κύπρο το καλοκαίρι τού ‘64 γίνονται επιθέσεις ελληνικών και ελληνοκυπριακών στρατιωτικών δυνόμεων με συμμετοχή του Γρίβα εναντίον τουρκοκυπριακών θυλάκων. Δίνεται το πρόσχημα στην Τουρκία να βομβαρδίσει το νησί και να ενταθεί το κλίμα για τουρκική απόβαση. Ο Γ. Παπανδρέου κάτω από την πίεση των πραγμότων απορρίπτει τελικά το «σχέδιο» Άτσεσον, παρότι είχε δεχθεί να το συζητήσει. Θα το αποδεχόταν, αν δεν υπήρχε η σοβαρή αντίθεση της κυπριακής ηγεσίας.

Από τον ΟΗΕ αυτή το φορά υποβάλλεται νέο σχέδιο. Το σχέδιο Πλάσα στις 26/3/1965. Σύμφωνα μ' αυτό εγκαταλείπεται η ένωση, αποστρατικοποιείται το νησί, καταργείται το δικαίωμα επέμβασης άλλων χωρών και παρέχονται εγγυήσεις στους Τουρκοκυπρίους. Το σχέδιο αυτό όμως το καταψήφισαν μεταξύ άλλων οι ΗΠΑ και η Τουρκία, ενώ απείχαν όλες οι δυτικές και οι ανατολικές χώρες.

Νέα κρίση μεταξύ Αθήνας - Λευκωσίας δημιουργείται με τα τσεχοσλοβάκικα όπλα που έχει αγοράσει η Κύπρος. Στην Ελλάδα το παλάτι έχει απομακρύνει το Γ. Παπανδρέου και στην κυβέρνηση είναι οι αποστάτες. Ήδη από την εποχή της κυβέρνησης του Γ. Παπανδρέου, η Ελλάδα είχε στείλει ισχυρή στρατιωτική δύναμη στην Κύπρο, που καθιστούσε πολύ δύσκολη οποιαδήποτε τουρκική επέμβαση, αλλά ταυτόχρονα αποτελούσε και ισχυρό μέσο πίεσης στο Μακάριο.

Η εποχή όμως αυτή σημαδεύεται από μια νέα επέμβαση των ΗΠΑ στον αραβικό χώρο με στόχο τον έλεγχο των πετρελαίων των αραβικών χωρών που τα εθνικοποιούσαν. Τα αραβικά καθεστώτα που είχαν προκύψει από τον αγώνα κατά της αποικιοκρατίας και κρατούσαν μία εθνική ανεξάρτητη γραμμή, έπρεπε να υποταχθούν και να ευθυγραμμισθούν με τα αμερικανικά συμφέροντα, μέσω του κράτους του Ισραήλ, που μεταβλήθηκε σε πολεμική μηχανή. Η αμερικανοκίνητη δικτατορία στη χώρα μας είναι άμεσα συνδεδεμένη με τις εξελίξεις αυτές. Η Κύπρος και η Τουρκία αποκτούσαν εκείνη την εποχή τεράστια στρατηγική σημασία για τις ΗΠΑ. Γι’ αυτό άλλωστε, λίγους μήνες μετά το πραξικόπημα, η χούντα επιδιώκει το κλείσιμο του Κυπριακού με απ' ευθείας συνεννόηση με την Τουρκία, ενώ προβάλλει παραπλανητικά την «ένωση». Στις 9/9/1967 γίνεται η συνάντηση Κόλλια – Nτεμιρέλ, όπου η χούντα έναντι της «ένωσης», παραχωρούσε στην Τουρκία το λεγόμενο στρατηγικό τρίγωνο στα βόρεια της Δυτ. Θράκης. Οι Τούρκοι απορρίπτουν την πρόταση. Το Νοέμβρη του 1967 η εθνοφρουρά, που διοικείται από το Γρίβα και καθοδηγείται από την Αθήνα επιτίθεται εναντίον τουρκοκυπριακών χωριών. Η Τουρκία απειλεί απόβαση. Ζητά την ανάκληση της ελληνικής στρατιωτικής δύναμης από τουλάχιστον 8.000 άντρες και του Γρίβα. Δημιουργείτοι ξανά κλίμα ελληνοτουρκικού πολέμου. Οι ΗΠΑ «μεσολαβούν» και η χούντα συμμορφώνεται. Ο Μακάριος δεν προσυπογράφει τη συμφωνία. που μεταξύ άλλων πρόβλεπε την κατάργηση της κυπριακής εθνοφρουράς.

Η χούντα δεν εγκαταλείπει τη γραμμή της στο Κυπριακό, δηλ. ότι το Κυπριακό είναι υπόθεση μεταξύ Ελλάδας, Τουρκίας. Σταθερή επιδίωξη των Αμερικανών και της χούντας είναι ο παραμερισμός του Μακαρίου και η πλήρης ευθυγράμμιση των Ελληνοκυπρίων με τη γραμμή της Αθήνας. Στις 8/3/1970 γίνεται δολοφονική απόπειρα κατά του Μακαρίου. Στη διάσκεψη του ΝΑΤΟ στη Λισσαβώνα τον Ιούνη του 1971, όπως φαίνεται, η χούντα συμφωνεί με την Τουρκία στη διχοτόμηση της Κύπρου και τη μετατροπή της σε προπύργιο του ΝΑΤΟ. Γι’ αυτό έπρεπε να εξουδετερωθεί η κυπριακή κυβέρνηση. Ο Γρίβας ξαναγυρίζει στην Κύπρο τον Αύγουστο του 1971 για την ανατροπή του Μακαρίου δημιουργώντας την ΕΟΚΑ Β'. Για τον ίδιο λόγο είχε δημιουργηθεί από το 1969 στην Κύπρο το «Εθνικό Μέτωπο» από αντιπάλους του Μακαρίου. Η χούντα ωθεί το Γρίβα το 1972 να κάνει πραξικόπημα, ο Γρίβας όμως δεν είναι ευθυγραμμισμένος με τη χούντα γι’ αυτό και δεν κινείται σύμφωνα με τις επιθυμίες της. Σταδιακά ο έλεγχος της ΕΟΚΑ Β', περνάει από τα χέρια του Γρίβα στα χέρια των χουντικών αξιωματικών που κατευθύνονται από την Αθήνα και τη CIA.

Το 1974 γεννιέται ένα νέο σοβαρό θέμα. Η επίσημη διεκδίκηση από την Τουρκία της ελληνικής υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο (πετρέλαιο είχε ήδη βρεθεί, εκεί, το 1962, από αμερικάνικη εταιρεία). Αυτή συνδέεται με τις επιδιώξεις της τουρκικης άρχουσας τάξης και με τη διαμάχη για τον έλεγχο των πετρελαίων της ευρύτερης περιοχής μεταξύ του αμερικανοεβραϊκού και αμερικανικού κεφαλαίου του επενδυμένου στις αραβικές χώρες.

Το 1974 σημαδεύεται από την προδοσία της Kυπρου και την τουρκική εισβολή. Έτσι προωθούνται τα αμερικανικά σχέδια ακόμη ένα βήμα. Στις 15/7/1974 εκδηλώνεται το χουντικό πραξικόπημα στην Κύπρο, που ανοίγει το δρόμο για την τουρκική εισβολή, στις 20/7/1974. Ο Μακάριος διαφεύγει το θάνατο. Δημιουργείται κλίμα επικείμενου ελληνοτουρκικού πολέμου. Oι ΗΠΑ αναγγέλλουν «κυβερνητική μεταβολή» στην Αθήνα. Ο Καραμανλής που έρχεται στην Αθήνα ορκίζεται από τον «πρόεδρο» της χούντας πρωθυπουργός. Στη Γενεύη οι εκπρόσωποι της Ελλάδας, της Τουρκίας και της Βρεταννίας, με την παρουσία των ΗΠΑ στα παρασκήνια, καταλήγουν σε συμφωνία κατάπαυσης του πυρός, που παραβιάζεται μια μέρα μετά από την Τουρκία. Ο Καραμανλής, για να κρατήσει τα προσχήματα, ανακοινώνει την αποχώρηση της Ελλάδας από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ, που ήταν άλλωστε τυπική. Από τότε ως σήμερα το 40% του νησιού κατέχεται από τουρκικές στρατιωτικές δυνάμεις και έχει ανακηρυχθεί το λεγόμενο «κράτος» της Βόρειας Κύπρου, δηλ. έχει προχωρήσει η DE FACTO διχοτόμηση.

Το αμερικανικό σχέδιο Σούλτς που προωθείται τώρα για το Κυπριακό μέσω του Γ.Γ. του ΟHE Γκουεγιάρ, προβλέπει την ύπαρξη δύο ασθενών κρατών, ενός ελληνοκυπριακού και ενός τουρκοκυπριακού, που τυπικά θα λέγονται ομόσπονδα, αλλά ουσιαστικά θα είναι χωριστά (διαφορετικές σημαίες, νόμισμα, στρατός).

Αυτό θα επιτρέψει την εγκατάσταση αμερικανικών βάσεων στο νησί (ήδη κατασκευάστηκε μια τεράστια και υπερσύγχρονη αμερικανική βάση στο Λευκόνοικο) και τη σταδιακή αποκοπή της Κύπρου από τη στρατιωτική επιρροή της Τουρκίας (η Ελλάδα έχει ήδη αποκοπεί), ώστε οι ΗΠΑ να γίνουν μοναδικός ρυθμιστής. Το αμερικανικό σχέδιο προβλέπει την αποχώρηση των τουρκικών δυνάμεων από την Κύπρο. Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και η πλειοψηφία των πολιτικών δυνάμεων της Ελλάδας και της Κύπρου δεν είναι ουσιαστικά αντίθετες με το σχέδιο Γκουεγιάρ (δηλ. του Σούλτς). Ορισμένοι μόνο θέλουν να κρατηθούν τα προσχήματα, για να μην κατηγορηθούν για μειοδοσία.

Όμως, εφ' όσον δεν υπηρετούνται τα συμφέροντα του κυπριακού λαού, όσες τέτοιες «λύσεις» ή «σχέδια» κι αν υπάρχουν το Κυπριακό δεν πρόκειται να κλείσει, έστω κι αν μελλοντικά αλλάξουν οι σημερινές συνθήκες του προβλήματος.

Δεν υπάρχουν σχόλια: